Η ανθρωπότητα βυθισμένη σε αδελφοκτόνους πολέμους

«Είμαι πλέον γέρος αλλά ήδη από τα πρώτα παιδικά μου χρόνια δέχθηκα τις εντυπώσεις της ειρήνης και του φωτός. Από την αρχή του Ρωσοϊαπωνικού πολέμου(1904-1905) ως τις ημέρες μας βλέπω όλη την ανθρωπότητα βυθισμένη σε αδελφοκτόνους πολέμους, και ακόμη δεν υπάρχει φως στον ορίζοντα.

Αντιθέτως μάλιστα, κάλυψαν τον ουρανό πρωτοφανή μαύρα σύννεφα, έτοιμα να προκαλέσουν αποκαλυπτική καταιγίδα… Και εγώ, βλέποντας την θηριώδη αυτή κατάσταση από τα νεανικά μου χρόνια, ήμουν έτοιμος να βγω στους δρόμους και τις πλατείες με αναμμένο φανάρι, όπως ο Διογένης, για να αναζητήσω άνθρωπο… Βλέποντας όμως τον Χριστό, χάρηκα για το θαυμάσιο αυτό εύρημα και ποτέ πια δεν μπορώ να ξεχάσω το γεγονός αυτό της ιστορίας του κόσμου μας. Στην πραγματικότητα μόνο Αυτός, ο Χριστός, είναι και τέλειος Άνθρωπος. Εμείς, όμως, όλοι διερχόμαστε την περίοδο της επίγειας περιπλανήσεώς μας με την έφεση να ομοιωθούμε προς Αυτόν.

Ο άνθρωπος αρχίζει πραγματικά
να υπάρχει από τη στιγμή που συνειδητοποιεί τον εαυτό του ως υιό του αιωνίου Πατρός
και προφέρει την προσευχή «Πάτερ ημών»
με τη συνείδηση αυτή.

Εμείς όμως δεν έχουμε αισθανθεί ακόμη πλήρως την αξία αυτή του ανθρώπου, και γι’ αυτό παρακάμπτουμε τον δρόμο της διαμορφώσεως μας, της αυξήσεως μας εν Πνεύματι Αγίω.
Χωρίς τον Χριστό είναι αδύνατο να δικαιώσουμε την ανθρωπότητα…

Και με τον τρόπο αυτόν ο Χριστός, ταυτόχρονα Θεός και Άνθρωπος, δικαιώνει τον Θεό μπροστά στον κόσμο, φανερώνοντας στον κόσμο την άπειρη αγάπη του Πατέρα, ενώ δικαιώνει και τον άνθρωπο μπροστά στον Θεό, δείχνοντας στον Θεό Πατέρα τη γνήσια μορφή του ανθρώπου. Η δικαίωση όμως αυτή δεν είναι “νομική”, όπως πολλοί χριστιανοί τείνουν να νομίζουν, αλλά εντελώς άλλης τάξεως.
Μετά από τόσα πολλά χρόνια αδιάκοπης σχεδόν αλληλοεξοντώσεως των ανθρώπων επάνω στη γη, για την οποία δικαιολογούνται όλοι αδιάκοπα μπροστά στον ίδιο τον εαυτό τους, είναι αδύνατον να περιμένουμε ότι αυτοί θα τολμήσουν να ατενίσουν το ύψος του Ουρανού και να ονομάσουν τον Θεό Πατέρα τους.

Στις ημέρες μας η “αποκτήνωση” του κόσμου έλαβε φοβερές διαστάσεις.

Η έκπτωση από την αυθεντική χριστιανική πίστη έχει γίνει καθολικό φαινόμενο. Η λέξη που χαρακτηρίζει τον αιώνα μας είναι η «αποστασία». Φοβάμαι λοιπόν ότι μόνο η αύξηση των συμφορών μπορεί τώρα να οδηγήσει τους ανθρώπους στα παθήματα εκείνα που θα φανούν πραγματικά κρίσιμα, και τα οποία θα διεγείρουν σ’ αυτούς πάλι την ικανότητα να αντιληφθούν την πρωταρχική τους φύση κατ’ εικόνα Θεού. Τότε θα βασιλεύσει η ειρήνη στη Γη. Όσο όμως οι άνθρωποι παραμένουν όμοιοι με τα άγρια θηρία, δεν πρέπει να αναμένουμε ειρήνη επάνω στη γη. Είναι μάταιες όλες οι προσπάθειες με τις οδούς της διπλωματίας και με άλλα παρόμοια μέσα για την αποτροπή της συμφοράς του πολέμου.

Είναι, πρωτίστως, απαραίτητη η πνευματική αναγέννηση του ανθρώπου, απαραίτητη η “ανθρωποποίηση” του θηριώδους αυτού κόσμου.

Καταλαβαίνεις ότι τα γραφόμενά μου είναι μόνο μικροί υπαινιγμοί, σύντομα αποσπάσματα από την εικόνα που παρουσιάζεται στο νου μου, ιδιαίτερα κατά τις ώρες της Λειτουργίας, της αιώνιας αυτής θυσίας για τις αμαρτίες όλου του κόσμου. Βέβαια θα ήθελα να συνομιλώ μαζί σου επί ώρες για τα ζωτικά αυτά θέματα, άλλα να που δεν μας δόθηκε αυτό στις ημέρες μας.»
(Αρχιμ. Σωφρονίου, «Γράμματα στη Ρωσία», εκδ. Ι.Μ.Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ, σ.133)

Αγαπάμε τους εχθρούς μας;

Η αγάπη για τους εχθρούς είναι η Πεμπτουσία, ο Πυρήνας της Χριστιανικής Πίστεως.

Πολλοί θα μπορούσαν να πουν ότι η αγάπη για τους εχθρούς είναι τόσο σπάνια, ώστε θα μπορούσε να θεωρηθεί αφύσικη. Αν ήταν έτσι, τότε και το μαργαριτάρι, το διαμάντι, ο χρυσός είναι αφύσικα. Αυτά είναι σπάνια αντικείμενα, ποιος όμως μπορεί να τα ονομάσει αφύσικα. Όπως υπάρχουν φυτά που ευδοκιμούν μόνο σε μια περιοχή, έτσι γίνεται και η σπάνια αυτή αγάπη. «Φυτρώνει» κι αναπτύσσεται στην Εκκλησία του Χριστού.

Την εντολή του Χριστού ”Αγαπά τε τους εχθρούς σας” δεν τη συναντούμε σε καμιά θρησκεία του κόσμου. Είναι αποκλειστικότητα του Χριστιανισμού. Ο ίδιος ο Χριστός μίλησε για την αγάπη προς τους εχθρούς. Η έγκλιση που χρησιμοποίησε είναι προστακτική. Δεν λέει, μακάρι ν αγαπάτε ή αν θέλετε ν αγαπάτε τους εχθρούς σας, αλλά το τονίζει και το επεξηγεί.

«Αλλά εγώ σας λέγω, ν’ αγαπάτε τους εχθρούς σας, να ευλογείτε αυτούς που σας καταριούνται, να ευεργετείτε όσους σας μισούν,
και να προσεύχεστε για όσους σας συμπεριφέρονται κακώς και σας διώκουν,
για να γίνετε παιδιά του επουράνιου πατέρα σας, διότι ανατέλλει τον ήλιο του για κακούς
και για καλούς και βρέχει για ευσεβείς και ασεβείς. Εάν δε αγαπήσετε όσους σας αγαπούν, ποιο μισθό θα έχετε; Δεν κάνουν το αυτό και οι τελώνες; Και εάν δείξετε στοργή στους φίλους σας μόνο, τι εξαιρετικό κάνετε. Δεν κάνουν έτσι και οι τελώνες; Να γίνετε λοιπόν τέλειοι, όπως ο πατέρας σας ο ουράνιος είναι τέλειος»
(Ματθ. 5, 38-48).

Κανείς δε θέλει να τον βλάψουν. Κάθε άνθρωπος θέλει να του φέρονται καλά και να τον συγχωρούν. Να συμπάσχουν στις λύπες του και να χαίρονται στη χαρά του. Να τον τιμούν και να ακούει καλά λόγια. Να τον ταΐζουν όταν πεινάει, να τον επισκέπτονται όταν είναι άρρωστος. Ο Χριστός μάς παρακινεί μην κάνουμε αυτό που δεν θέλουμε να μας κάνουν, γιατί τότε δεν πρόκειται να πάρει τέλος αυτός ο αδελφοκτόνος αλληλοσπαραγμός. Αυτό ισχύει βέβαια για όλους. Αν την εντολή αυτή την υιοθετούσαν όλες οι τάξεις, τα έθνη και τα κράτη, θα έπαυε αμέσως κάθε κακία και σύγκρουση, κάθε πόλεμος και έχθρα θα εξαλειφόταν. Η ΑΓΑΠΗ είναι το φάρμακο για κάθε παρόμοια αρρώστια, δεν υπάρχει κανένα άλλο.

«Αν περιμένετε από τους άλλους να σας κάνουν καλό και την καλοσύνη αυτή να την ανταμείψετε και σεις με καλό, δεν κάνετε κάτι επαινετό».
(Λουκ. στ’ 32-34)
Αγαπώ δε σημαίνει μια ουδέτερη στάση ή την απουσία μίσους. Αλλά αγαπώ τον εχθρό μου σημαίνει την πρόθεσή μου να κάνω καλό σ’ αυτόν που με μισεί. Δε λέει «μην ανταποδίδετε κακό στο κακό». Αυτό δεν είναι σπουδαίο. Είναι απλά ανοχή. Ούτε λέει «αγαπάτε εκείνους που σας αγαπούν». Αυτή είναι μόνο παθητική αγάπη. Ο Χριστός λέει αγαπάτε τους εχθρούς υμών. Όχι απλά να τους ανέχεστε, όχι να είστε παθητικοί, αλλά να τους αγαπάτε. Βέβαια, το σπουδαιότερο δεν είναι να γυρίσει ο εχθρός και να γίνει φίλος μας, αλλά να μη χάσει την ψυχή του εξαιτίας του μίσους του για μας.

Και ο Χριστός δεν τα είπε αυτά μόνο θεωρητικά αλλά και τα βίωσε κατά τον πιο υπεύθυνο τρόπο. Τη στιγμή που η αδικαιολόγητη κακία, ο σαδισμός και η θηριωδία των ανθρώπων είχε φθάσει στο απροχώρητο, ο Χριστός αντί να τους καταραστεί ή να τους τιμωρήσει είπε το συνταρακτικό «πάτερ, άφες αυτοίς• ου γαρ οίδασι τι ποιούσι» (Λκ. 23,34). Οι άνθρωποι, Του ζητούσαν να κατεβεί από τον σταυρό που εκείνοι Τον είχαν ανεβάσει, και Εκείνος δεν κατέβηκε. Οι άνθρωποι προσπάθησαν πάση θυσία να κάνουν το Θεό θνητό και Εκείνος με τη θυσία Του, τους έκανε αθάνατους. Αυτό το παράδειγμα μιμήθηκαν οι Άγιοι της Εκκλησίας μας κατά τους διωγμούς, όπως ο Άγιος Στέφανος την ώρα του λιθοβολισμού του: «Κύριε, μη στήσεις αυτοίς την αμαρτίαν ταύτην» (Πρ. ζ΄, 60), αλλά και ο Άγιος Διονύσιος Ζακύνθου, που προστάτευσε το φονιά του αδελφού του και τον φυγάδευσε για να μην τον συλλάβουν.

Χιλιάδες καλά και αν κάνουμε
και έχουμε έχθρα
με τον αδερφό μας,
όλα είναι χαμένα.
(Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός)

Η αγάπη δεν είναι μόνο συναίσθημα, αλλά κυρίως πράξη. Ενεργητική πράξη, όχι παθητική. Ολόκληρο τον κόσμο τον δημιούργησε η αγάπη. Γι αυτό και είναι καλύτερο στους ανθρώπους να ασκούνται από την παιδική τους ηλικία στη γνώση της γλυκύτητας που προσφέρει η αγάπη και η φιλανθρωπία. Όταν η καρδιά σκληρυνθεί, είναι δύσκολο να ξαναγυρίσει και να γίνει σπλαχνική.

Να αγαπάς τους εχθρούς σου.
Γιατί ποια ευλογία θα έχετε από τον Θεό,
εάν αγαπάτε μόνο όσους σας αγαπούν;
(Άγιος Ισαάκ ο Σύρος)

Είναι αυτά δυνατά για τους ανθρώπους της φίλαυτης εποχής μας; Μπορεί κανείς να φθάσει ποτέ σ’ αυτήν την αγάπη; Αν θέλει κανείς να κάνει αυτήν την υπέρβαση, μπορεί να τα καταφέρει με τη βοήθεια του Χριστού. Αν καταφέρουμε αυτό να το περάσουμε στα παιδιά μας, τότε ο κόσμος θα έχει σίγουρα ένα «άλλο» μέλλον.

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ:
ΤΡΑΠΕΖΙ- «ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ» ΣΤΟ ΦΟΝΙΑ ΤΟΥ ΑΔΕΛΦΟΥ ΤΟΥ!

Ο Κολοκοτρώνης δέχτηκε το φονιά του αδελφού του Γιάννη και τον συγχώρησε!

Δεν τον βοήθησε σε κάτι που του ζήτησε, αλλά του έκανε το τραπέζι!
Στο ίδιο τραπέζι έκατσε και η μάνα του, η Ζαμπία.

Μόλις αναγνώρισε το κεντημένο πουκάμισο του γιού της που το φορούσε ο δολοφόνος, ξέσπασε σε κλάματα.

Τα έβαλε με το στρατηγό:
«Πώς βάζεις στο τραπέζι μας το φονιά του αδελφού σου;»
«Σώπα μάνα! Εγώ τον συγχώρεσα και αυτό το τραπέζι είναι το καλύτερο μνημόσυνο για το μακαρίτη τον αδελφό μου»….

Από τη σελίδα «oikohouse»
megalipanagiathivon.gr