Ο ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ 1821

 

 ΠΑΤΗΡ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΑΛΛΙΑΚΜΑΝΗΣ

ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ

Α.Π. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

 

Γιά μεγάλο μέρος τῆς ἐγχώριας ἑλληνικῆς ἱστοριογραφίας, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία κατά τήν Τουρκοκρατία ἦταν ἕνα εἶδος ξεχωριστῆς τάξης, πού βρισκόταν σέ ἀπόσταση ἀπό τόν ἁπλό λαό, ὁ ὁποῖος δεινοπαθοῦσε. Οἱ πηγές, ὡστόσο, δέν δείχνουν νά ἐπιβεβαιώνουν τήν ἄποψη αὐτή. Γιά νά τό ἀντιληφθοῦμε αὐτό, ἀρκεῖ νά ἀναλογιστοῦμε ὅτι, κατά τήν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας δέν ὑφίσταται διχοτόμηση καί σαφής διάκριση ἀνάμεσα στόν ἐκκλησιαστικό καί τόν κοινωνικό βίο τῶν ὑποδούλων ὀρθοδόξων χριστιανῶν. Καταρχάς, οἱ σχέσεις αὐτές δέν πρέπει νά νοοῦνται μέ σημερινά δεδομένα. Δηλαδή, δέν ὑπάρχουν Ἐκκλησία καί Πολιτεία ὡς δύο θεσμικές ἐκδοχές καί ὡς δύο πόλοι πνευματικῆς καί κοσμικῆς ἐξουσίας μέσα σέ μία κρατική ὀντότητα μέ χριστιανικό προσανατολισμό, ὅπως ἀπαντοῦν στό Βυζάντιο ἤ στά νεώτερα ἐθνικά εὐρωπαϊκά κράτη καί φυσικά στήν Ἑλλάδα. Λόγω τῆς μακρόχρονης δουλείας ἀλλά καί τῆς ἐθναρχικῆς θέσης πού δόθηκε στήν ᾽Ορθόδοξη ᾽Εκκλησία, ἐκκλησιαστικός, κοινωνικός καί πολιτικός βίος ἀλληλοπεριχωροῦνται, ἐάν δέν ταυτίζονται. Εἶναι δέ εὐρύτερα ἀποδεκτό στήν ἱστορική ἔρευνα, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἦταν ταυτόχρονα καί  θεσμοποιημένος πολιτικός παράγοντας στό πλαίσιο τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας. Ὁ δεύτερος πόλος ὅμως ὁριζόταν ὄχι τόσο μέ πολιτικούς ὅσο μέ θρησκευτικούς ὅρους.

 

‘ Τά μοναστήρια, πού μέ βάση τό μουσουλμανικό δίκαιο

εἶχαν δικαίωμα νά διατηροῦν περιουσία, ὄχι μόνο χορηγοῦσαν τρόφιμα, ζῶα

καί παρεῖχαν πολλές διευκολύνσεις στούς ἐπαναστατημένους Ἕλληνες

ἀλλά λειτουργοῦσαν καί ὡς πρόχειρα καταφύγια καί νοσοκομεῖα ‘

 

Εξάλλου, ὁ θεσμός τοῦ κοινοτισμοῦ, πού ἀναπτύσσεται τήν ἐποχή αὐτή, συνδέεται ἄμεσα μέ τό κοινωνικό καί πνευματικό ἰδεῶδες τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς διδασκαλίας. Ἔτσι συγκροτοῦνται συντεχνίες, ἐπαγγελματικές συνεργασίες καί συσσωματώσεις καθώς καί ὁμοσπονδίες χωριῶν μέ εὐρύτερη κοινωνική προσφορά. «Τῶν Ἑλλήνων οἱ κοινότητες» ἦταν αὐτοδιοικούμενες. Εἶχαν ὡς σημεῖο ἀναφορᾶς κάποια ἐνορία ἤ κάποιο θρησκευτικό σύμβολο ἤ ἅγιο καί μέ τή συνεργασία τῆ τοπικῆς ἐκκλησίας ρύθμιζαν σημαντικά θέματα τῆς κοινωνικῆς ζωῆς καί διατηροῦσαν τήν ἑνότητα τοῦ γένους τῶν ρωμηῶν. Ἀπέτρεπαν τούς ὁμαδικούς ἐξισλαμισμούς, πλήρωναν φόρους, φρόντιζαν γιά τήν πραγματοποίηση κοινωφελῶν ἔργων και κυρίως γιά τήν ἵδρυση σχολείων.

Οἱ Ὀθωμανοί κατακτητές, παρά τίς δηώσεις καί τίς καταστροφές πού ἀκολούθησαν τήν πτώση τῆς Κωνσταντινούπολης, ἀναγνώρισαν γιά τούς δικούς τους λόγους τήν ἡγετική θέση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη. Σημαντικό ρόλο ἐνδεχομένως ἔπαιξε καί ἡ βαρειά πολιτιστική παράδοση καί ἡ παιδεία τῶν βυζαντινῶν, πού φαίνεται νά ἐντυπωσίασε τόν Πορθητή, ἐξαιτίας καί τῆς ἀνατροφῆς του. Κατά τόν Μανουήλ Μαλαξό, ὁ Μωάμεθ ὁ Β΄ «εἶχεν μεγάλην χαράν καί εὐφροσύνην, διότι ἐγένετο τοιούτου Γένους Αὐθέντης καί Βασιλεύς».

῾Η ἐθναρχική θέση τῆς ᾽Ορθόδοξης ᾽Εκκλησίας κατά τήν περίοδο τῆς ὀθωμανικῆς κυριαρχίας ἀποτιμᾶται θετικά ἀπό μέρους τῶν ἐκκλησιαστικῶν καί θεολογικῶν κύκλων. Ἀκόμη καί νομικοί κύκλοι ἔχουν ἀναδείξει τή συμβολή τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ θεσμοῦ στήν ἱστορία καί διαμόρφωση τοῦ Δικαίου καί τόν προστατευτικό του ρόλο γιά τούς ὀρθόδοξους λαούς πού ζοῦσαν στήν Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία. Δέν λείπει βέβαια καί ἡ αὐτονόητη κριτική πού πάντοτε χρειάζεται. Συχνά ὅμως αὐτή στούς νεώτερους χρόνους, γιά ἰδεολογικούς λόγους φτάνει μέχρι την πλήρη ἀπαξίωση τοῦ ρόλου τῆς Ἐκκλησίας στήν τουρκοκρατούμενη κοινωνία.

῾Ο νέος θεσμός τῶν ἐκκλησιαστικῶν δικαστηρίων, πού ἱδρύθηκε γιά νά καλύψει τίς ἀνάγκες τῶν χριστιανῶν ὑπηκόων, ὄχι μόνο τῶν Ἑλλήνων, προσέλαβε ἰδιαίτερο κύρος, ἀφοῦ οἱ ᾽Οθωμανοί ἀναγνώριζαν καί ἐπικύρωναν τίς ἀποφάσεις του. Στά ἐκκλησιαστικά δικαστήρια ἐκδικάζονταν ὑποθέσεις οἰκογενειακοῦ δικαίου, γάμου, διαζυγίου, κληρονομιῶν, ἀλλά καί οἰκονομικές διαφορές καί γενικότερα ζητήματα ἀστικοῦ δικαίου. Λόγω δέ τῆς ἀξιοπιστίας τους προσέφευγαν στά δικαστήρια αὐτά καί Τοῦρκοι μουσουλμάνοι. Τό γεγονός ὅτι ἁρμόδιος γιά τήν τήρηση τῶν πολιτικῶν νόμων ἀφενός καί τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἐντολῶν καί διατάξεων ἀφετέρου ἦταν ὁ τοπικός ἐπίσκοπος ἤ ὁ Πατριάρχης, ὄντας ταυτόχρονα δικαστής καί πνευματικός πατέρας, συνέβαλε συχνά στή δικανική θεώρηση τῆς χριστιανικῆς ζωῆς.

 

Οι Νεομάρτυρες είναι περιπτώσεις απόπειρας εξαναγκαστικών εξισλαμισμών, περιπτώσεις δηλαδή, κατά τις οποίες κρατικά όργανα ή απλοί μουσουλμάνοι πολίτες, σε αγαστή συνεργασία με τα όργανα αυτά, προσπαθούσαν με πολλούς και διάφορους τρόπους και μέσα να επιβάλουν τη μουσουλμανική πίστη.  Πηγή : ΟΙ ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ (1453-1821)*

 

Ἡ προσφορά τῆς Ἐκκλησίας δέν συνδεόταν μόνο μέ ἐνέργειες καί δραστηριότητες τῶν ἐπίσημων θεσμικῶν ἐκκλησιαστικῶν ἀρχῶν, ἀλλά καί τήν παρουσία πού ἀναλώθηκαν ἤ καί μαρτύρησαν ὡς νεομάρτυρες γιά νά στηρίξουν τό φρόνημα καί τήν ἀντίσταση τοῦ λαοῦ.

 

‘ …σημαντική ἦταν ἡ προσφορά καί ἡ φροντίδα τῆς Ἐκκλησίας

γιά τήν καλλιέργεια τῆς παιδείας,

τή λειτουργία ἑλληνικῶν σχολείων

καί τήν ἔκδοση βιβλίων «εἰς κοινήν τῶν Ὀρθοδόξων ὠφέλειαν». ‘

 

Eξίσου σημαντική ἦταν ἡ προσφορά καί ἡ φροντίδα τῆς Ἐκκλησίας γιά τήν καλλιέργεια τῆς παιδείας, τή λειτουργία ἑλληνικῶν σχολείων καί τήν ἔκδοση βιβλίων «εἰς κοινήν τῶν Ὀρθοδόξων ὠφέλειαν». Μπορεῖ σέ ὁρισμένες περιπτώσεις κάποιοι ὑψηλόβαθμοι κληρικοί νά ἦσαν ἐπιφυλακτικοί ἕως καί ἀρνητικοί ἀπέναντι στίς θεωρίες τῶν νέων ἐπιστημῶν πού ἀναπτύσσονταν στόν εὐρωπαϊκό χῶρο, λόγω καί τῶν ἀθεϊστικῶν ἰδεῶν πού τίς συνόδευαν, ἀλλά στό σύνολό τους συνέβαλαν στή διδασκαλία καί ἀνάπτυξή τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ὁ Εὐγένιος Βούλγαρης, πού ἔγινε ἐπίσκοπος Σλαβωνίου καί Χερσῶνος. Ὡς σχολάρχης τῆς Ἀθωνιάδας Σχολῆς στό Ἅγιον Ὄρος προσήλκυσε πλῆθος μαθητῶν, διδάσκοντας ἐκτός ἀπό τά θεολογικά γράμματα, φυσικές ἐπιστῆμες, μαθηματικά, λογική, κοσμογραφία καί φιλοσοφία. Ἀξίζει δέ νά σημειωθεῖ, ὅτι διατηρώντας τήν ὀρθόδοξη χριστιανική του αὐτοσυνειδησία, συνέταξε πραγματεῖες πού εἶναι καί σήμερα ἐπίκαιρες. Ἀναφέρω μόνο τίς μελέτες του, Περί ἀνεξιθρησκείας καί Περί εὐθανασίας.

Τό 1782 ἐκδίδεται στή Βενετία ἡ Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν Νηπτικῶν, πού ἀποτελεῖ κατά τόν Μητροπ. Κάλλιστο Γουέρ τήν πιό ἀξιόλογη ἔκδοση στόν ἑλληνορθόδοξο χῶρο κατά τήν Τουρκοκρατία. Πρόκειται γιά ἕναν ὀγκώδη τόμο 1.207 σελίδων μεγάλου μεγέθους μέ ἀσκητικά καί ἡσυχαστικά κείμενα. Τό πρῶτο κείμενο τοῦ τόμου αὐτοῦ, πού ἀποδίδεται στόν Ἀββᾶ Ἀντώνιο,  ἀποτελεῖ μᾶλλον πέρασμα ἀπό τήν ἀσκητική τῆς στωϊκῆς φιλοσοφίας στή χριστιανική ἀσκητική παράδοση. Τό ἔργο αὐτό ἀγνοήθηκε ἀπό τήν νεοελληνική διανόηση. Λ.χ. δέν ὑπάρχει οὔτε ἕνα μικρό λῆμμα γι’ αὐτό στή Μ. Ἑλληνική Ἐγκυκλοπαίδεια, ἐνῶ ἔχει μεταφραστεῖ στίς βασικές εὐρωπαϊκές γλῶσσες, δηλαδή ἀγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ἰταλικά, ἰσπανικά, φινλανδικά, καθώς καί στά σερβοκροατικά, ρουμανικά, σλαβονικά, ρωσικά καί ἀραβικά. Ἀλλά καί κάποιοι λόγιοι πού ἀσχολήθηκαν τά τελευταῖα μέ τό περιεχόμενό της μᾶλλον τό παρενόησαν.

Σχετικά μέ τή μέριμνα τῆς Ἐκκλησίας γιά τήν παιδεία, νά ἀναφερθεῖ τό ἔντονο ἐνδιαφέρον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου γιά τή λειτουργία τῆς καθώς καί τήν ἵδρυση σχολείων σέ ὅλες τίς τουρκοκρατούμενες περιοχές. Εἶναι εὐρύτερα γνωστό, ὅτι ὁ λαϊκός διδάχος ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός συνέβαλε οὐσιαστικά στήν ἵδρυση καί λειτουργία διακοσίων κατώτερων καί δέκα ἀνώτερων σχολείων.

Ὕστερα ἀπό ὅσα ἀναφέρθηκαν ἔγινε σαφές, ὅτι οἱ κληρικοί ἦταν κοντά στόν λαό κι αὐτός στηριζόταν καί ἐμπνεόταν ἀπό αὐτούς.  Κυρίως ὅμως οἱ ἀγωνιστές τοῦ 1821 ἦσαν φορεῖς τῆς χριστιανικῆς παράδοσης καί τοῦ αὐτοθυσιαστικοῦ ἤθους τῶν χριστιανῶν μαρτύρων. Γι’ αὐτό καί οἱ πρωτεργάτες τῆς τηροῦσαν νηστεία πρίν τίς μάχες, ἀλλά καί μετά ἀπό αὐτές, ἔκαναν τάματα καί συμφωνίες μέ Ἁγίους, πολεμοῦσαν ὑπέρ πίστεως καί πατρίδος καί συντηροῦνταν συχνά ἀπό τά μοναστήρια.

Τά μοναστήρια, πού μέ βάση τό μουσουλμανικό δίκαιο εἶχαν δικαίωμα νά διατηροῦν περιουσία, ὄχι μόνο χορηγοῦσαν τρόφιμα, ζῶα καί παρεῖχαν πολλές διευκολύνσεις στούς ἐπαναστατημένους Ἕλληνες ἀλλά λειτουργοῦσαν καί ὡς πρόχειρα καταφύγια καί νοσοκομεῖα.

Ιωσήφ Ανδρούσης (1770 – 1844) (Πηγή : www.sansimera.gr)

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Ἡ αὐτονόητη προσφορά τῆς Ἐκκλησίας πρός τήν Ἐπανάσταση φαίνεται καί ἀπό τήν σημαντική οἰκονομική ἐνίσχυση σέ μιά δύσκολη καμπή τοῦ ἀγώνα. Ὁ , ταλαιπωρημένος ἀπό τή φυλάκισή του στίς φυλακές Μπάσαγα τῆς Τριπολιτσᾶς μέ ἐμφανῆ τά ἴχνη τῶν βασανιστηρίων στά χέρια καί στόν τράχηλο, γίνεται σύμβολο ὄχι μόνο μετάβασης ἀπό τή δουλεία στήν ἐλευθερία ἀλλά καί ὑπόδειγμα κοινωνικῆς προσφορᾶς τῆς Ἐκκλησίας στήν ἐπανάσταση. Ὁ Ἐπίσκοπος Ἰωσήφ, πού ἔγινε πρῶτος Μινίστρος τῆς Θρησκείας τῆς προσωρινῆς Διοικήσεως τῆς Ἑλλάδος, βλέποντας ὅτι δέν ἦταν δυνατόν νά ἐξασφαλισθεῖ ἐξωτερικό δάνειο «τεσσάρων μιλλιουνίων ταλλήρων ἰσπανικῶν γιά τήν θεραπείαν τῶν ἀναγκῶν τοῦ ἔθνους», πρότεινε μέ ἐπιστολή του τόν Ἰανουάριο τοῦ 1822 νά συγκεντρωθοῦν τά χρυσά καί ἀργυρά σκεύη τῶν μοναστηριῶν καί τῶν ναῶν καί «νά μεταβληθῶσιν εἰς νομίσματα». Πράγματι, μέ εἰσηγητική ἔκθεση καί δώδεκα ἄρθρα, ψηφίστηκε Νόμος γιά τήν ὑλοποίηση τῆς πρότασης αὐτῆς ἀπό τήν προσωρινή διοίκηση, πού τόν ὑπέγραφε ὁ Ἀλέξανδρος Μαυροκορδάτος. Τό ἄμεσο ἀποτέλεσμα συνοψίζει ὁ Κωνσταντῖνος Οἰκονόμος ὁ ἐξ Οἰκονόμων: «Καί συνεισέφεραν προθύμως αἱ κατά τόπους Ἐκκλησίαι καί Μοναί: λυχνίας ἀργυρᾶς, καί κηροπήγια καί εἴ τι τῶν ἐντός τῆς Θείας Τραπέζης καθιερωμένων χρυσῶν καί ἀργυρῶν, ἐπαρκοῦσαι πρός διατροφήν τῶν ἀγωνιζομένων πενήτων, καί κουφίζεσθαι τό δυνατόν τάς φοβεράς ἀνάγκας τοῦ πολέμου. Συνήχθησαν δέ περίπου λίτραι δισχίλιαι τετρακόσιαι (ἤ 800 ὀκάδες) ἀργύρου καί χρυσοῦ καί νόμισμα ἀπό τούτων ἤθελον κόπτειν».

 

 ‘ …οἱ ἀγωνιστές τοῦ 1821 ἦσαν φορεῖς τῆς χριστιανικῆς παράδοσης

καί τοῦ αὐτοθυσιαστικοῦ ἤθους τῶν χριστιανῶν μαρτύρων ‘

 

Τήν 25η Μαρτίου τοῦ 2000 στήν Αἴθουσα Τελετῶν τοῦ Α.Π.Θ. τόν καθιερωμένο πανηγυρικό τῆς ἡμέρας ἐκφώνησε ὁ μουσικοσυνθέτης Μίκης Θεοδωράκης. Μεταξύ ἄλλων τόνισε: «Ὅταν ἀναφέρεται κανείς στό ’21 δέν μπορεῖ νά παραλείψει τόν ρόλο τῆς Ἐκκλησίας, τῆς Ὀρθοδοξίας, πού γιά ἐκείνη τήν περίοδο ἀποτελοῦσε τήν κύρια διαφορά τῶν Ἑλλήνων ἀπό τούς ἀλλόθρησκους κατακτητές. ‘Ἄλλωστε αὐτό μποροῦμε νά τό δοῦμε καί σήμερα λ.χ. στή Θράκη, μέ πόση δυσκολία γίνονται γάμοι μεταξύ ἀλλοθρήσκων…. Παρά τίς (ἀναπόφευκτες γιά τήν πεπτωκυῖα φύση μας) ἀνεπάρκειες, ἡ Ἐκκλησία στήν Τουρκοκρατία καί στόν Ἀγώνα τῆς Ἀνεξαρτησίας ὑπῆρξε «σάρξ ἐκ τῆς σαρκός» τοῦ λαοῦ. Καί ἀποτέλεσε τό συνεκτικό δεσμό ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων χριστιανικῶν λαῶν, Ἑλλήνων, Σλάβων, Ρουμάνων, Ἀράβων, ἀντιδιαστέλλοντας τό Γένος τῶν Ρωμηῶν ἀπό τούς κατακτητές. Καί κατέβαλε μέ κόστος τό τίμημα τῆς κοινωνικῆς εὐθύνης πού τῆς ἀναλογοῦσε.