ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΕΥΩΔΙΑ – ΤΟ ΚΑΛΛΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ ΩΣ ΑΦΟΡΜΗ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗΣ

Πατήρ Βασίλειος Καλλιακμάνης Καθηγητής Τμήματος Θεολογίας Α.Π. Θεσσαλονίκης.

Ο τρόπος ζωής στις μεγαλουπόλεις τα τελευταία χρόνια υποβαθμίζεται. Η μόλυνση της ατμόσφαιρας και η συσσώρευση ρύπων, η ηλεκτρομαγνητική ρύπανση και η ηχορύπανση, η έλλειψη πρασίνου και η οικολογική κρίση, οι αποστάσεις ανάμεσα στον τόπο κατοικίας και εργασίας, η κυκλοφοριακή συμφόρηση, καθώς και η αποξένωση και απομόνωση των ανθρώπων, παρά την πληθωρική κοινωνική δικτύωση, επιτείνουν τη βαριά ατμόσφαιρα. Οι μόνιμοι κάτοικοι εγκαταλείπουν τα κεντρικά σημεία των πόλεων και αναζητούν ένα ξέφωτο, για να αναπνεύσουν. Και αυτό φαίνεται από την πρωτόγνωρη οικιστική δραστηριότητα στα περίχωρα και τις παρυφές των μεγαλουπόλεων καθώς και την αυξημένη κίνηση, που παρατηρείται στους μεγάλους αυτοκινητόδρομους καθώς και στα λιμάνια της χώρας κατά τις ημέρες των αργιών, των εορτών και των διακοπών. Ωστόσο, και αυτές οι απόπειρες απόδρασης δεν εξασφαλίζουν πάντοτε την επιζητούμενη ψυχική ανάπαυση και την εσωτερική ησυχία. Διακοπές χωρίς πνευματική αφύπνιση και τροφοδοσία χάριτος αφήνουν μεγάλο εσωτερικό κενό, το οποίο παρά τις εναγώνιες προσπάθειες συνήθως δεν καλύπτεται. Και αναδύονται ερωτήματα, όπως:

Θα μπορούσε κάποιος να ανανεωθεί όχι μόνο σωματικά αλλά και πνευματικά με την ευκαιρία των διακοπών;

Μήπως ο βιαστικός και αγχώδης τρόπος ζωής συμβάλλει στο να προσπερνιούνται ευκαιρίες που μπορούν να αποτελέσουν πηγή έμπνευσης και πνευματικής καλλιέργειας; Μήπως η επαφή με τη φύση μπορεί να βοηθήσει προς αυτή την κατεύθυνση;

Ο άνθρωπος συνδέεται άμεσα με το φυσικό περιβάλλον όχι μόνο για να  τρέφεται και να συντηρείται, αλλά και να δημιουργεί πολιτισμό. Οι Ίωνες φιλόσοφοι υποστήριζαν ότι υπάρχουν τέσσερα στοιχεία στη φύση: Το «αείζωον πυρ», δηλαδή η φωτιά, ο αέρας, το ύδωρ και η γη. Με τις αντιθέσεις των στοιχείων αυτών προκύπτει μια διαδοχική ανακύκληση και «καλλίστη αρμονία», όπως έλεγε ο Ηράκλειτος. Ο Αριστοτέλης στην τετράδα αυτή πρόσθεσε ένα πέμπτο στοιχείο τον αιθέρα, πού καθιερώθηκε ως πεμπτουσία. Το στοιχείο αυτό θεωρήθηκε, ότι βρίσκεται στα ανώτερα στρώματα του ουρανού και είναι αγέννητο, άφθαρτο, αγήρατο, αΐδιο και αναλλοίωτο. Με την ενόραση και τη διαίσθηση οι φιλόσοφοι έφθασαν σε υψηλά επίπεδα αναζήτησης, προετοιμάζοντας κατά κάποιο τρόπο τον κόσμο για την αποδοχή της χριστιανικής αποκάλυψης.

Το κάλλος της κτίσεως μπορεί να συνδράμει στον πνευματικό πλουτισμό. Βέβαια, έχει μεγάλη σημασία, πώς βλέπει κάποιος τη φύση. Ως αδιάφορος και νωχελικός επισκέπτης ή ως ευαίσθητος αναζητητής; Στην εκκλησιαστική λ.χ. υμνογραφία, με ποιητικό και γλαφυρό τρόπο περιγράφεται το κάλλος της κτίσεως και συνδέεται με την ποιότητα του βίου. Το φυσικό περιβάλλον υπάρχει για τον άνθρωπο και ανάγει στο Δημιουργό. «Οι ουρανοί διηγούνται δόξαν Θεού ποίησιν δε χειρών αυτού αναγγέλλει το στερέωμα» (Ψαλμ.18,1), γράφει ο ψαλμωδός, ενώ ο νομπελίστας ποιητής Οδυσσέας Ελύτης μιλάει για τον «Ποιητή των νεφών και των κυμάτων που κοιμάται μέσα μας» (‘Αξιον Εστί, Τα πάθη, Ανάγνωσμα β΄, στ΄).

Όμως, για να γίνει αναγωγή από το αισθητό κάλλος των κτισμάτων στον Κτίστη και Δημιουργό των απάντων, για να ξυπνήσει ο «κατ’ εικόνα Θεού» πλασμένος άνθρωπος, χρειάζονται γυμνασμένες πνευματικές αισθήσεις. Εσωτερική κάθαρση από το επαχθές βάρος και την ομίχλη των φθοροποιών παθών. Έτσι η υλική δημιουργία, που αποτελεί έκφραση της προνοητικής ενέργειας του Θεού προς το τελειότερο πλάσμα του, μπορεί να γίνει πηγή έμπνευσης.

Οι υμνογράφοι που διαθέτουν καθαρή καρδιά, συνδέουν την ωραιότητα της κτίσης με τη λαμπρότητα του Κτίστη. Εραστές του θείου κάλλους οι ιεροί ποιητές εισάγουν τον άνθρωπο σε μυστική οδό θεογνωσίας. Η ομορφιά και η αρμονία των κτισμάτων, αν και δεν συγκρίνονται με το κάλλος της θείας λαμπρότητας, συμβάλλουν στην κάθαρση των αισθήσεων και ανάγουν στον πανοικτίρμονα Θεό. Οι χρωματισμοί των φυτών, οι φυσικές εναλλαγές των βουνών και των κάμπων, οι σχηματισμοί των ποταμών και των λιμνών, τα δάση με τον πλούτο τους, η θάλασσα, ο ήλιος και τα αστέρια με την αρμονία των κινήσεων, ή ακόμη μια σταλαγματιά νερό πάνω σε ένα άνθος, το θρόισμα του φυλλώματος των δένδρων, μια ηλιαχτίδα στη βαθιά σκιά, η λεπτή αύρα μέσα στον καύσωνα του καλοκαιριού μπορούν να οδηγήσουν σε δοξολογία ευγνωμοσύνης του Δημιουργού. Ιδιαίτερα ο μήνας Αύγουστος θεωρείται μήνας ξεκούρασης, διακοπών και θερινής ραστώνης. Όμως, για τη χώρα μας είναι και μήνας πνευματικής αναζήτησης, ιερών παρακλήσεων στην Κυρία των Αγγέλων, μήνας των μεγάλων εορτών της Μεταμορφώσεως και της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Κι όταν η ξεκούραση του σώματος συνδυάζεται με πνευματική τροφοδοσία και ανάλογη θεώρηση του κάλλους της κτίσεως, αποτελεί πραγματική ευλογία για τον άνθρωπο.

Τότε μπορεί κάλλιστα, οι διακοπές να γίνουν αφορμή για προσκυνήματα ιερά, συγκινήσεις μοναδικές, ευκαιρίες ψηλάφησης της χριστιανικής μας πολιτιστικής παράδοσης. Έτσι ο αγχώδης άνθρωπος αρχίζει να ησυχάζει και να αποκτά  «λεπτή και ποιητική ψυχή», όπως έλεγε χαρακτηριστικά ο όσιοςΠορφύριος. «Να εκμεταλλεύεσθε τις ωραίες στιγμές», συνεχίζει ο όσιος. «Οι ωραίες στιγμές προδιαθέτουν την ψυχή σε προσευχή, την καθιστούν λεπτή, ευγενική, ποιητική. Ξυπνήστε το πρωί, να δείτε τον βασιλιά ήλιο να βγαίνει ολοπόρφυρος από το πέλαγος. Όταν σας ενθουσιάζει ένα τοπίο, ένα εκκλησάκι, κάτι ωραίο, να μη μένετε εκεί, να πηγαίνετε πέραν αυτού, να προχωρείτε σε δοξολογία για όλα τα ωραία, για να ζείτε τον μόνον Ωραίον. Όλα είναι άγια, και η θάλασσα και το μπάνιο και το φαγητό. Όλα να τα χαίρεσθε. Όλα μας πλουτίζουν, όλα μας οδηγούν στη μεγάλη Αγάπη, όλα μας οδηγούν στον Χριστό… Η φύση είναι το μυστικό Ευαγγέλιο»!

Όμως, για να θεωρεί ο άνθρωπος με τον τρόπο αυτόν το κάλλος της φύσεως, χρειάζεται πίστη έστω σαν τον «κόκκο του σιναπιού» και πνευματική άσκηση των αισθήσεων. Ο Οδυσσέας Ελύτης στο Μικρό Ναυτίλο αναφέρει: «Όταν ανακαλύψουμε τις μυστικές σχέσεις των εννοιών και τις περιπατήσουμε σε βάθος θα βγούμε σε ένα άλλο είδος ξέφωτο που είναι η Ποίηση. Και η ποίηση πάντοτε είναι μία, όπως ένας είναι ο ουρανός. Το ζήτημα είναι από που βλέπει κανείς τον ουρανό». Η ποίηση και μάλιστα η εκκλησιαστική αποτελεί ένα ξέφωτο. Η Εκκλησία σε κάθε γιορτινή μέρα προσκαλεί σ’ αυτό το ξέφωτο, για να ενωτισθούμε τα μυστικά ακροάματα του Πνεύματος και να δούμε τον κόσμο που μας περιβάλλει δοξολογικά, ευχαριστιακά, αναγωγικά και να αναχθούμε στο κάλλος του Δημιουργού. Μας καλεί να δούμε το φυσικό περιβάλλον όχι τόσο από σκοπιά του κέρδους, της αλόγιστης εκμετάλλευσης, της υπερκατανάλωσης των υλικών αγαθών όσο από τη σκοπιά της αυτοκριτικής της μετάνοιας και της πνευματικής αναζήτησης. Έτσι θα το σεβαστούμε, θα το προστατεύσουμε και θα ανακαλύπτουμε μέσα από το κάλλος της φύσεως τη συνεκτική και προνοητική ενέργεια του Δημιουργού, που τα πάντα «εν σοφία εποίησε».

Ελληνική φιλοσοφία και Χριστιανισμός

Από τη σοφία της θεάς Αθηνάς στην Του Θεού Σοφία

Ὁ Ἕλληνας, στὴν ἱστορία του ἔχει θεοκεντρικὴ ὕπαρξη. Ή ἀθεΐα στὸν ἀρχαίο Ἑλληνισμὸ είναι ἄγνωστη (θὰ εἰσαχθεί στοὺς τελευταίους αιώνες ἀπὸ τὴν δυτικὴ Ευρώπη). Τα αρχαιότερα ἑλληνικὰ γραπτὰ κείμενα, τα Ομηρικὰ ἔπη, εἶναι η θριαμβευτικὴ καταξίωση τοῦ διαλόγου Θεοῦ- ἀνθρώπου.

Ή έπιστροφή του Οδυσσέα στην Ιθάκη μέσα από τις τόσες δοκιμασίες και ‘’πειρασμούς‘’ μάς ανάγει στον αγώνα του ανθρώπου για την επιστροφή του στον Παράδεισο, η κλήση του Ηρακλή να επιλέξει μεταξύ της αρετής και της κακίας φαίνεται να υπονοεί κάτι βαθύτερο και ουσιώδες, νόημα μυστικό πέρα από τη ζωή και το θάνατο άλλα ακόμη πέφτει επάνω τους η σκιά. Γι᾿ αὐτὸ, ο Ἀπόστολος Παύλος θα ονομάσει τοὺς Ἀθηναίους-Ἕλληνες της εποχής του, «δεισιδαιμονεστάτους» (Πράξ. 17, 22),
δηλαδὴ «ευσεβέστατους».

Η Ελληνική Φιλοσοφία δυο απλές λέξεις, αλλά λέξεις γεμάτες από τον πλούτο μεγάλων και υψηλών νοημάτων. Μέσα σ΄ αυτές περιέχεται η τέλεια έννοια του ανθρώπου. Σ’ αυτές αναγνωρίζεται το μέγεθος του ανθρώπινου Νου, το ύψος της ανθρώπινης διάνοιας, η δύναμη, το κάλλος και η ομορφιά του λόγου, και τέλος, η θεία προέλευση και καταγωγή του ανθρώπου.

Η αρχαία ελληνική λογοτεχνία, και μάλιστα η τραγωδία, είναι η προβολή των ανθρωπιστικών αξιών, που κάνουν τον άνθρωπο αυθεντικό και γνήσιο (πρβλ. το λόγο τοῦ Μενάνδρου: «πόσο χαριτωμένος είναι ο άνθρωπος όταν ΕΙΝΑΙ άνθρωπος. «Πᾶσα ἡ ποίησις Ὁμήρου ἀρετῆς ἐστιν ἔπαινος» – θα παρατηρήσει ο Μέγας Βασίλειος (379 μ.Χ.). Οι αρχαιοελληνικὲς αξίες θα λάβουν πανανθρώπινη εμβέλεια και θα «παιδεύουν» ως σήμερα τον κόσμο. Ένα ακόμη βασικό γνώρισμα της Ελληνικής σκέψης είναι ότι δεν θεοποίησε την ανθρώπινη διάνοια. Ο ‘Ελληνας γνωρίζει τα όρια του ανθρώπινου λόγου και γι’ αυτό καταδικάζει την ανθρώπινη απολυτότητα, ως ‘’ὕβριν ’’. Έτσι θα μπορέσει,να προχωρήσει με μια υπέροχη υπέρβαση από τη γνώση του κτιστού “ανθρώπινη γνώση – σοφία ,επιστήμη” στη ‘’Θεία γνώση’’ την ’’Άκτιστη’’ στον “Τριαδικό Θεό’’.

Έτσι, από τον «καλόν κάγαθόν» ή «σοφόν» άνθρωπο της ελληνικής φιλοσοφίας, έχουμε, στον Χριστιανισμό, τον «άγιον άνθρωπο», τον κατά χάριν θεούμενο, που γίνεται, δηλαδή, κατά χάριν, ό,τι ό Θεός είναι από τη φύση Του (άκτιστος, αθάνατος, αιώνιος). Οι ‘Ελληνες διά της φιλοσοφίας, έφτασαν είς τα ύψηλότερα δυνατά όρια αναπτύξεως του ανθρώπινου πνεύματος και διά της γλώσσας παρουσίασαν την τελειότερη δυνατή μορφή εκφράσεως, τονίζει ο Άγιος Σωφρόνιος του ‘Εσσεξ [1896- 1993].

Οι θεοί δεν μπορεί να είναι ανθρωπόμορφοι, με πάθη ανθρώπινα και έριδες, λέει ο Σωκράτης στο έργο του Πλάτωνος «Πολιτεία». Ο Πυθαγόρας, ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες φιλόσοφους έλεγε ότι: “υπάρχει Θεός και ούτος πάντων Κύριος.” Ο Ηράκλειτος μιλάει για την ενιαία ουσία του κόσμου και για μια υπέρτατη αρχή του παντός.

Ουσιαστικὸ γνώρισμα της Ελληνικής σκέψης είναι η «ζήτησις της αληθείας». Σ᾿ αυτὴν τη φράση συγκεφαλαιώνεται όλη η Ελληνική Φιλοσοφία και εδώ, ας θυμηθούμε το λόγο του Χριστού, ότι ο ζητών ευρίσκει’’. Όπως έλεγε συχνά, ο μακαριστός π. Γεώργιος Μεταλληνός, ‘’εκείνος που αληθινά αναζητά, αυτός Ορθοδοξεί΄΄.δηλ. αυτός που ψάχνει χωρίς εμπάθεια και ιδιοτέλεια, δεν μπορεί παρά μόνο να καταλήξει στην αλήθεια. Δίκαια, λοιπόν, ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ, Ρώσος- θεολόγος του 20ου αιώνα, συνήθιζε να λέει, ότι «δεν μπορούμε να γίνουμε χριστιανοί, αν δεν γίνουμε πρώτα Έλληνες». Οι αναφορές ακόμη του Αγίου Νεκταρίου στην πραγματεία του, ‘Περί της Ελληνικής Φιλοσοφίας ως Προπαίδειας στον Χριστιανισμό ‘ προκαλούν θαυμασμό.

Βαθύτατος γνώστης της Ελληνικής φιλοσοφίας, θεώρησε ύψιστη ανάγκη να μελετήσει τους αρχαίους φιλοσόφους, να αντλήσει ό,τι υγιές περί Θεού, περί ψυχής και περί αρετής διδάξαν οι προγονοί μας, για να το προσφέρει στην Ελληνική παιδεία.

Από τη μελέτη αυτή, όπως γράφει ο ίδιος, “…. πείστηκα ότι οι Έλληνες σοφοί, αναζήτησαν με πάθος τη γνώση της αλήθειας”. Αυτό μαρτυρεί και ο Απόστολος των ‘Εθνών, Παύλος όταν αναφέρει: “Οι Έλληνες ζητούν με πάθος την σοφία” . Η φιλοσοφία είναι θεμέλιο για τη μόρφωση, παιδαγωγός του ανθρώπου. Ο Έλληνας, με τη βοήθειά της, γνώρισε την ύπαρξη του Θείου και ότι η αποστολή του ανθρώπου είναι να γίνει τέλειος και να υψωθεί από τον υλικό στον πνευματικό κόσμο.


Ο Άγιος Βασίλειος, αγωνιζόμενος για τη σωστή μόρφωση των νέων, ζητούσε εκτός της Χριστιανικής αγωγής, οι νέοι, να διδάσκονται και την αρχαία γραμματεία, τονίζοντας, “πως χρέος των νέων, είναι να λειτουργούν όπως οι μέλισσες που δεν πηγαίνουν σε όλα τα λουλούδια, αλλά διαλέγουν αυτά που μπορούν να βγάλουν ωραίο μέλι”. Έτσι ο Άγιος έδειξε σε όλα τα παιδιά των χριστιανών, και των Εθνικών, το δρόμο της αρετής αλλά και ταυτόχρονα, πως τα παιδιά πρέπει να είναι ικανά να διακρίνουν στην αρχαία γραμματεία αυτά που θα τους ωφελήσουν ψυχικά και να μπορούν μόνα τους, να αντιληφθούν τις αξίες, για να έχουν ιδανικά και οράματα, κυρίως όμως να σεβαστούν την πολιτιστική κληρονομιά των προγόνων τους. Ο Άγιος Βασίλειος κατάφερε να διαδώσει και να διασώσει την κληρονομιά των αρχαίων Ελλήνων. Ο Όμηρος, ο Ησίοδος, ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης, οι τραγικοί ποιητές, διασώζονται στα αντιγραφεία των μοναστηριών. Αυτό αργότερα οδήγησε στη διάδοση της αρχαίας ελληνικής γραμματείας εκτός των ορίων της Βυζαντινής αυτοκρατορίας.

Αυτή η αγάπη για την αλήθεια οδήγησε σταδιακά τον Έλληνα στην εξ Αποκαλύψεως αλήθεια, στον Χριστιανισμό. Ήταν αδύνατον ο χαρακτήρας του Έλληνα, να μην ενθουσιαστεί από τις αρχές του Χριστιανισμού, τονίζει πάλι ο Άγιος Νεκτάριος και συνεχίζει ότι η Ελληνική Φιλοσοφία όμως, δεν θα μπορούσε να αποβεί ο σκοπός και το τελικό όριο της ζωής του ανθρώπου, γιατί στην καρδιά του, παρέμενε πάντοτε το κενό και μη μπορώντας να το καλύψει το μεγένθυνε και ενώ η ανθρωπότητα ζητούσε Θεία Αποκάλυψη. Η Ελληνική Φιλοσοφία τη στερούνταν αλλά απλά προετοίμασε και οδήγησε την ανθρωπότητα να τα βρει όλα αυτά στον Χριστιανισμό, στην πίστη δηλαδή, τη θεμελιωμένη στη Θεία Αποκάλυψη.

Ήταν η προπαίδεια και ο ποδηγέτης στον Χριστιανισμό. Ἡ παράσταση Ἑλλήνων ἀρχαίων φιλοσόφων (Ἡρακλείτου, Θαλῆ, Πλάτωνος κ.λπ.) στοὺς νάρθηκες τῶν χριστιανικῶν ἐκκλησιῶν στὸ Βυζάντιο εἶναι ἡ χριστιανικὴ καταξίωση αὐτῆς τῆς ἀναζήτησης («ὡς προειπόντες τὴν ἔλευσιν Χριστού»).

Θὰ τελειώσουμε δανειζόμενοι καὶ πάλι τα λόγια τοῦ Μ. Βασιλείου:
«…ὁ Ἡσίοδος… ὅταν φιλοτεχνοῦσε τοὺς στίχους του, ποὺ ὅλοι τους τραγουδοῦν, σκέφθηκε ὅτι ὁ δρόμος τῆς ἀρετῆς εἶναι στὴν ἀρχὴ κακοτράχαλος καὶ δυσκολοδιάβατος κι ἀνηφορικός. Ὅτι τὸν διανύει κάποιος μὲ πολὺν ἱδρώτα καὶ πολὺ κόπο. Ὅτι, γι᾿ αὐτὸν τὸν λόγο, δὲν μπορεῖ ὁ καθένας νὰ βάλει τὸ πόδι του σ᾿ αὐτὸν τὸν δρόμο, μὲ τὴν ἀποτομιὰ ποὺ δείχνει, κι οὔτε, ἂν τὸν περπατήσει, θὰ φθάσει εὔκολα στὴν κορυφή. Ὅτι σὰν φθάσει ὅμως ἐκεῖ πάνω, βλέπει πὼς στὴν πραγματικότητα ἦταν ἕνας δρόμος ἴσιος, ὄμορφος, εὔκολος, καλοδιάβατος καὶ πιὸ εὐχάριστος ἀπὸ τὸν ἄλλο, ποὺ ὁδηγεῖ στὴν κακία καὶ ποὺ ὁ ἴδιος ποιητὴς εἶπε ὅτι μονομιᾶς μπορεῖ κανεὶς νὰ τὸν διαβεῖ, διότι βρίσκεται κοντά μας. Ἐγὼ τὸ πιστεύω: Ὁ Ἡσίοδος ἱστόρησε ὅλα αὐτὰ γιὰ νὰ μᾶς παροτρύνει στὴν ἀρετή, νὰ σπρώξει τὸν καθένα στὸ καλό, νὰ μᾶς κάνει νὰ μὴ τὸ βάλουμε κάτω μπροστὰ στοὺς κόπους καὶ νὰ μὴ σταματήσουμε πρὶν ἀπὸ τὸ τέλος τοῦ δρόμου. Κι ὅποιος ἄλλος μὲ τέτοιο τρόπο τραγούδησε τὴν ἀρετή, ἂς γίνει ὁ λόγος του καλόδεχτος ἀπὸ μᾶς, ἀφοῦ ὁδηγεῖ στὸν ἴδιο σκοπό.

Πηγές:
1. Αγίου Νεκταρίου, Περί της Ελληνικής Φιλοσοφίας ως προπαίδειας εις τον Χριστιανισμόν
2. Αγίου Βασιλείου, Προς τους νέους πως να ωφεληθούν από τους λόγους των Ελλήνων
3. Π. Γεωργίου Μεταλληνού, Χριστιανισμός και Ελληνισμός