Σίφνος «Το νησί των ήχων, των γεύσεων και της σιωπής»
Πειραιάς –> Σίφνος
Το όνειρο όλου του χειμώνα έγινε πραγματικότητα. Επιτέλους, καλοκαιράκι! Η αυγή ενός Σαββάτου βρίσκει τη Μαργαρίτα με ένα ψάθινο καπέλο στο χέρι και το κινητό —επιτέλους— στο αθόρυβο, μπροστά από το πλοίο της γραμμής Πειραιάς–Σίφνος.
Ανεβαίνει στο πλοίο και στέκεται στο κατάστρωμα. Το βλέμμα της χάνεται στο Αιγαίο, που ξυπνά σιγά, με κύματα μικρά σαν ανάσες.
Κι ώσπου να πεις «Σίφνος», τα σπίτια της εμφανίζονται σαν άσπρες τελείες σε ένα γαλάζιο πανί.
Αποβίβαση στις Καμάρες.
Κι από εκεί, ένα μικρό λεωφορείο ανηφορίζει αργά, στρίβει με προσοχή στις στροφές, περνά από λόφους και χωράφια, μέχρι που το τοπίο ανοίγει διάπλατα: ξερολιθιές, ελαιώνες, κυκλαδίτικα καμπαναριά και χωριά που μοιάζουν ακίνητα στον χρόνο.
Στον Αρτεμώνα, η ζωή κυλά σαν παλιά ταινία. Τα σοκάκια μοσχοβολούν βασιλικό και ψημένο ψωμί.
Στις αυλές, γυναίκες μιλούν χαμηλόφωνα καθώς ετοιμάζουν ρεβυθάδα για το κυριακάτικο τραπέζι — τη μαγειρεύουν από το βράδυ στο πήλινο, σε ξυλόφουρνο.
«Η ρεβυθάδα θέλει υπομονή, παιδί μου,» λέει η Ελένη με ένα ζεστό χαμόγελο. «Τη μαγειρεύουμε σιγά-σιγά στο ξυλόφουρνο, από το βράδυ. Έτσι βγαίνει όλη η γλύκα της, και η καρδιά του νησιού από μέσα.»
Παραδοσιακή γεύση: Ρεβυθάδα και αμυγδαλωτά
Στη σκιά μιας ροζ φούξιας μπουκαμβίλιας, η Μαργαρίτα κάθεται σε μια μικρή ταβέρνα και βουτάει φρέσκο ψωμί στο λαδάκι της ρεβυθάδας. Μπροστά της, ένα ποτήρι μοσχάτο από τη Σίφνο και δίπλα ένα πιάτο με καπαροσαλάτα πικάντικη, αλμυρή, αυθεντική.
Για γλυκό; Ένα αμυγδαλωτό με ανθόνερο και άχνη, τυλιγμένο σε ριζόχαρτο. Το ανοίγει προσεκτικά, σαν να ξετυλίγει ανάμνηση.
Το σούρουπο τη βρίσκει να περπατά στο Κάστρο. Ο ήλιος βυθίζεται στο Αιγαίο και οι καμπάνες από την εκκλησία των Επτά Μαρτύρων ακούγονται σαν καρδιοχτύπι. Δεν υπάρχει μουσική πιο όμορφη.
Η Σίφνος δεν σε καλεί με φωνές. Σε προσεγγίζει σιγά, με τρόπο γλυκό, διακριτικό — και όταν τη γνωρίσεις, δεν θες να φύγεις.
Σίφνος. Μια γεύση από Κυκλάδες με επίγευση αιωνιότητας.