της Γιώτας Φλώρου.
Αρχές Οκτώβρη και ο καιρός θυμίζει ακόμα καλοκαίρι. Παρά την κούραση της εβδομάδας, πάντα σκέφτομαι τον καλύτερο τρόπο με τον οποίο θα μπορούσα να «εκμεταλλευτώ» μια ελεύθερη Κυριακή. Μια καλή ιδέα θα ήταν μια μονοήμερη εκδρομή. Συνήθως για τις μονοήμερες εκδρομές προτιμώ τις …«έτοιμες», αυτές που προσφέρουν τα γραφεία ταξιδίων. Αυτή τη φορά, όμως, σκέφτηκα διαφορετικά. Πιο συγκεκριμένα, σκέφτηκα να «εκμεταλλευτώ» τα δρομολόγια που έχουν τα ΚΤΕΛ σε σχετικά κοντινούς προορισμούς από τη Αθήνα, που απέχουν, δηλαδή, λιγότερο από τρεισήμισι ώρες.
Είχα ήδη στο μυαλό μου την πόλη που θα ήθελα να επισκεφτώ. Ήταν η Καλαμάτα! Δεν θα ήταν η πρώτη φορά που θα πήγαινα, όμως, από τότε που ανακάλυψα την Καλαμάτα μπορώ να πω ότι την «ερωτεύτηκα» και δεν χάνω ευκαιρία να την επισκεφτώ. Τα διαθέτει όλα για μια, πρώτης τάξεως, απόδραση: απέραντη και καθαρή θάλασσα με θέα τον Ταΰγετο που δεν τον νιώθεις να σε απειλεί αλλά καλύτερα να σε «αγκαλιάζει», ένα ονειρεμένο παραλιακό δρόμο, την οδό Ναβαρίνου, με ποικιλία επιλογών για καφέ και φαγητό, μια σύγχρονη πόλη με όλες τις ανέσεις και την παλιά πόλη η οποία θυμίζει… νησί!
Από τον σταθμό των ΚΤΕΛ μέσα σε λίγα λεπτά βρέθηκα στα στενά της παλιάς πόλης, απολαμβάνοντας την κυριακάτικη ησυχία.
Τσεκάροντας στο διαδίκτυο τα δρομολόγια των ΚΤΕΛ προς την πρωτεύουσα της Μεσσηνίας μπορώ να πω ότι ενθουσιάστηκα καθώς από την Αθήνα ξεκινούν λεωφορεία από νωρίς το πρωί (από τις 7) ενώ από την Καλαμάτα το τελευταίο δρομολόγιο φεύγει σχετικά αργά το βράδυ. Αποφάσισα να φύγω με το πρώτο πρωινό λεωφορείο (ευτυχώς είμαι fan του πολύ πρωινού ξυπνήματος!). Μέσα σε περίπου 3 ώρες και 15 λεπτά θα βρισκόμουν στον προορισμό μου και θα μπορούσα να αδράξω τη μέρα. Έτσι και έγινε. Το ταξίδι ήταν ευχάριστο και παρά τις δύσκολες συνθήκες που επικρατούν λόγω της πανδημίας δεν ένιωσα ούτε μια στιγμή να απειλούμαι καθώς τα μέτρα ασφαλείας τηρούνται και με το παραπάνω.
Μόλις έφτασα στην Καλαμάτα το πρώτο που σκέφτηκα ήταν να πάω στη θάλασσα, καθώς ο καιρός ήταν ακόμα καλός για μπάνιο. Ωστόσο, αυτή τη φορά είπα να μην πάρω την αστική συγκοινωνία που «σταθμεύει» ακριβώς απέναντι από τα ΚΤΕΛ, αλλά να πάω με τα πόδια. Έτσι θα μπορούσα να δω χαρακτηριστικά σημεία της πόλης, κάποια που είχα δει ξανά και άλλα που θα ανακάλυπτα για πρώτη φορά.
Από τον σταθμό των ΚΤΕΛ μέσα σε λίγα λεπτά βρέθηκα στα στενά της παλιάς πόλης, απολαμβάνοντας την κυριακάτικη ησυχία. Από μακριά είδα τον Μητροπολιτικό Ναό της Υπαπαντής και τα βήματά μου με οδήγησαν εκεί, ώστε να ανάψω ένα κεράκι στην χάρη Της. Στη συνέχεια, περνώντας από τη γραφική πλατεία 23ης Μαρτίου, βρέθηκα στην οδό Σταδίου για να επισκεφτώ για πρώτη φορά το μουσείο που στεγάζει τη Συλλογή Ελληνικών Ενδυμασιών της Βικτώριας Καρέλια. Σε έναν υπέροχο χώρο «ταξίδεψα» στο παρελθόν της Ελλάδας, θαυμάζοντας ενδυμασίες από όλα τα μήκη και τα πλάτη της επικράτειας. Έφυγα κατενθουσιασμένη και από μέσα μου είπα ότι από εδώ και πέρα αυτό το μουσείο θα το συστήνω ανεπιφύλακτα σε γνωστούς και φίλους! Μετά βρέθηκα στον εμπορικό δρόμο της Καλαμάτας, την οδό Αριστομένους, η οποία, σε αντίθεση με τις καθημερινές δεν είχε κόσμο λόγω των κλειστών καταστημάτων.
Περπατώντας την Αριστομένους πέρασα από την «καρδιά» της πόλης, την πολύβουη πλατεία Βασιλέως Γεωργίου, με τα πολλά καφέ. Στο τέλος της οδού δεν έχασα την ευκαιρία να μπω σε ένα ακόμα μουσείο, υπαίθριο αυτή τη φορά, το Δημοτικό Πάρκο Σιδηροδρόμων. Εκεί έκατσα για λίγο μέσα στο πράσινο για να πάρω μια ανάσα και μετά διέσχισα το πάρκο χαζεύοντας παράλληλα και τα παλιά βαγόνια των τρένων που υπάρχουν σε όλο το μήκος του. Ήξερα ότι αν φτάσω στο τέλος του πάρκου, η θάλασσα θα ήταν μόλις πέντε λεπτά μακριά με τα πόδια οπότε κυριολεκτικά… έτρεξα προς την κατεύθυνσή της γιατί έπρεπε οπωσδήποτε να δροσιστώ!
Το υπόλοιπο της ημέρας κύλησε χαλαρά. Μετά το μπάνιο στη θάλασσα, σειρά είχε το φαγητό σε ένα από τα πολλά καταστήματα εστίασης που υπάρχουν στην οδό Ναβαρίνου και στη συνέχεια σειρά είχε η βόλτα στην υπέροχη ποδηλατούπολη.
Πριν να το καταλάβω η ώρα είχε περάσει και έπρεπε να πάρω το δρόμο της επιστροφής. Αυτή τη φορά είπα να περιμένω στη στάση την τοπική συγκοινωνία για να πάω στο σταθμό των ΚΤΕΛ από όπου θα έφευγα με το προτελευταίο λεωφορείο για την Αθήνα.
Το σκοτάδι είχε αρχίσει να πέφτει όταν επιβιβάστηκα στο λεωφορείο και λίγη ώρα αργότερα βρισκόμασταν στην εθνική οδό. Κοιτώντας έξω από το παράθυρο σκέφτηκα με χαμόγελο τις όμορφες στιγμές που έζησα μέσα σε μόλις μία ημέρα και υποσχέθηκα στον εαυτό μου να το επαναλάβω!